Του Α.Πανούτσου
* Δύο πρόσφατα αποσπάσματα από την αρθρογραφία του στη sday
.....Γιατί στην Ελλάδα σε όλους του χώρους έχουμε συνηθίσει τόσο το ψέμα, που όχι μόνο το περιμένουμε, αλλά το απαιτούμε. Ισχύει με το ΔΝΤ, το οποίο του ζητάμε να φύγει όταν εμείς το φωνάξαμε και το οποίο ελπίζω να φύγει για να καταλάβουμε τι σημαίνει πτώχευση.
Για να το κάνω πενηνταράκια, που οι μικροί έτσι και ξαναγυρίσει η δραχμή θα μάθουν τι είναι, η πτώχευση ενός κράτους δεν διαφέρει από μιας επιχείρησης. Δεν έχει λεφτά για να πληρώνει. Κι αν σε μια επιχείρηση, ας πούμε εφημερίδα, όταν οι πωλήσεις δεν πάνε καλά οι μέτοχοι πρέπει να βγάλουν λεφτά από την τσέπη για να πληρώσουν τους εργαζόμενους και τους προμηθευτές, το κράτος, όταν δεν έχει λεφτά, σταματάει να πληρώνει τους συνταξιούχους και τους δημόσιους υπαλλήλους και τα σχετικά. Αυτή τη στιγμή το ελληνικό κράτος τεχνικά είναι πτωχευμένο και ζει με τα δανεικά της Ευρώπης και του ΔΝΤ. Από τα οποία ένα ποσόν πληρώνει σε προηγούμενα χρέη κι ένα άλλο για να βγάζει τις υποχρεώσεις του σε προμηθευτές κι εργαζόμενους. Σταματάνε να του δίνουν; Σταματάει να δίνει. Είσαι δημόσιος υπάλληλος, πας να πληρωθείς από το ταμείο και παίρνεις from the three the longest.
Και δεν θα είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει στην Ελλάδα. Είχε συμβεί και στα τέλη της δεύτερης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ, όταν ο Τσοβόλας τα είχε δώσει όλα. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είχαν καθυστερήσει να πάρουν τα επιδόματα και οι συνταξιούχοι πήγαιναν σε ταμεία κι έφευγαν με άδεια χέρια. Ανάμεσα στα ταμεία που είχαν μπατιρίσει ήταν και το ΝΑΤ, στο οποίο είχαν βάλει κάθε πικραμένο που είχε επαναπατριστεί από τη Σοβιετική Ενωση. Το ξέρω επειδή ο πατέρας μου ήταν συνταξιούχος του ΝΑΤ. Ο πατέρας μου, ο οποίος για πρώτη φορά στη ζωή του υποχρεωνόταν να ζητήσει λεφτά από τον γιο του.
Αλλά μπορεί να είναι καλύτερα το κράτος να μπατιρίσει για να προσαρμοστούμε, έστω κι εκβιαστικά, στην πραγματικότητα. Ετσι ώστε, όπως στην υποσαχάρια Αφρική επέζησαν τα ζώα που είχαν μακρύ λαιμό και μπορούσαν να μασουλάνε τα πάνω φύλλα, στην Ελλάδα μετά την κρίση θα μπορέσουν να επιζήσουν αυτοί που δεν είναι ζώα. Αυτοί που μπαίνουν στον κόπο να σηκώσουν το κεφάλι και να ψαχτούν από πού θα φάνε.
Χθες το πρωί διέσχιζα με τα πόδια την Κηφισίας κοντά στα Σίδερα. Η κίνηση ήταν μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη. Από το ραδιόφωνο του κινητού έμαθα λοιπόν ότι οι συνδικαλιστές του ΟΤΕ είχαν κλείσει την Κηφισίας σε διαμαρτυρία που η κυβέρνηση σκοπεύει να πουλήσει το 10% του ΟΤΕ στην Deutche Telekom. Το αίτημα ήταν όλοι μαζί να αγωνιστούμε για να διατηρήσουμε τον ΟΤΕ και την Ελλάδα που κινδυνεύει όπως ήταν πάντα. Ετσι που να μη στερήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις τη χαρά στον Ελληνα πολίτη να τον φυλακίζουν οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ μέσα στο αυτοκίνητό του. Ολοι στον αγώνα. Το απολίθωμα που λέγεται Ελλάδα της μεταπολίτευσης κινδυνεύει να μπει στον 21ο αιώνα.
Κι ρωτάω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό: γιατί, ρε γαμώτο, να μη θέλουν οι εργαζόμενοι στον ΟΤΕ να έχουν εργοδότες Γερμανούς; Γιατί ακόμα περισσότερο δεν υπήρξε ποτέ ούτε μία ΔΕΚΟ που να ζήτησαν οι εργαζόμενοί της να φύγουν από τον δημόσιο τομέα και να πάνε στον ιδιωτικό; Και, μα τους 17,8 μισθούς και τις 197 μέρες τον χρόνο των εργαζομένων στα πετρέλαια της Ελλάδας, τι έχει πια αυτό το Δημόσιο και οι εργαζόμενοι είναι πρόθυμοι πεθάνουν, παρά να το εγκαταλείψουν; Για να μην αφήνω να αιωρούνται ρητορικά ερωτήματα, μια είναι η μεγάλη γοητεία του Ελληνικού Δημοσίου. Είναι ο μοναδικός οργανισμός που διαχωρίζει την απόδοση από την αμοιβή. Εκτός αν απόδοση είναι το κλείσιμο της Κηφισίας.
Εδώ να απονεμηθούν τα εύσημα στους «Αγανακτισμένους» που μέχρι στιγμής διαμαρτύρονται προκαλώντας τη μίνιμουμ ενόχληση στους κατοίκους των πόλεων. Σε πολιτικό, όμως, επίπεδο δεν μπορώ να βρω τις συγκεντρώσεις κάτι περισσότερο από χρήσιμες και συμπαθητικές. Χρήσιμες γιατί στέλνουν το μήνυμα στους πολιτικούς ότι ο κόσμος δεν τους αντέχει, μια και στην περίπτωση του Συντάγματος η συγκέντρωση γίνεται έξω από το μαγαζί «Η ωραία Βουλή», και συμπαθητικές γιατί οι άνθρωποι προσπαθούν να μην ενοχλούν και δεν άφησαν να τους καπελώσουν οι Φωτόπουλοι της ΔΕΗ ή οι κουκουλοφόροι των Εξαρχείων. Πολιτικά, όμως, βρίσκω τις συγκεντρώσεις μικρής σημασίας. Τα τελευταία χρόνια, και ζώον να είναι ο πολιτικός, έχει καταλάβει ότι ο κόσμος έπαψε να τον γουστάρει, οπότε κανένα καινούργιο μήνυμα δεν φεύγει. Οσο για το σύνθημα «Φύγετε από εδώ», αν δεν συνοδεύεται από το «για να έρθουν αυτοί», δεν έχει νόημα. Μέχρι λοιπόν να εμφανιστούν οι «αυτοί» –που ένα κάρο κόσμος στριμώχνεται για να γίνει «αυτός»–, οι συγκεντρώσεις θα είναι απλώς εκδηλώσεις διαμαρτυρίας κι όχι ιδιαίτερα μαζικής, αν αναλογιστούμε ότι σε μια πόλη των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων μαζεύτηκαν 15.000 άτομα.
===========================================
Πριν κάποιος πει «καλά, εσύ είσαι μεγάλος και δεν βγαίνεις, οπότε τι σ' ενδιαφέρει πόσοι θα πάνε τα εστιατόρια, αν στους χώρους εστίασης, στα εστιατόρια και τα μπαρ ανέβει το ΦΠΑ στο 23%», να πω ότι λόγω τρόπου ζωής βγαίνω 4-5 φορές την εβδομάδα, έχοντας αφήσει μισό κατοστάρικο χιλιάδες ευρώ και μισό συκώτι σε κάθε μαγαζί που μπορεί να πνίξει τρία παγάκια στο Jack. Οπότε μια τέτοια αύξηση μ' ενδιαφέρει. Μπορεί όχι τόσο όσο κάποιον που έχει εστιατόριο ή μπαρ και κινδυνεύει να χάσει την πελατεία και το ψωμάκι του, αλλά αρκετά για να το σκεφτώ. Για να σκεφτώ αμέσως έπειτα ότι στην κρίση που περνάει τώρα η Ελλάδα το να σκέφτεσαι αν σου ακριβύνουν το Jack ή αν κόψεις τη μεσοβδόμαδη έξοδο είναι σαν να είσαι επιβάτης του «Τιτανικού», το ρημάδι να έχει κοπανήσει στο παγόβουνο και εσύ να προβληματίζεσαι πώς πρέπει να ντύνονται σωστά στα ναυάγια. Και αν είσαι πιτσιρικάς και πρώτη φορά περνάς τέτοιο λούκι, να καταλάβω ότι μπορείς και ν' ανησυχείς για το ότι δεν θα έχεις να πληρώσεις στα Goody’s, αν όμως είσαι σιτεμένο παιδί και μπορείς να θυμηθείς πώς ζούσε ο κόσμος πριν από 50 χρόνια και συνεχίσεις ν' ανησυχείς, είσαι κότα τρίλειρη.
Πριν από 55 χρόνια, όταν ήμουνα πιτσιρικάς, θυμάμαι να πηγαίνουμε σινεμά με τη μάνα μου και μετά να μου κάνει το μεγάλο treat. Με πήγαινε στο Πασαλιμάνι απέναντι και λοξά από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, όπου στην άλλη γωνία από τα «Διονύσια» υπήρχε η ψησταριά «Ο Ελατος». Οπου μπορούσα να φάω όχι μία, αλλά δύο μερίδες γύρο με homemade μουστάρδα φτιαγμένη από σκόνη. Επίσης, μπορούσα να το παινευτώ ότι μια φορά που ο γέρος μου είχε γυρίσει από το καράβι μάς είχε πάει για θαλασσινά στο Τουρκολίμανο και είχε δώσει τρεις δραχμές πουρμπουάρ στο γκαρσόνι. Και ο πατέρας μου ήταν καπετάνιος. Ημασταν η πλούσια οικογένεια της γειτονιάς. Οι φτωχές όταν είχαν για να φάνε σουβλάκι το έτρωγαν με διπλή πίτα για να φτουρήσει.
Αλλά, εντάξει, τότε ήταν τα μέσα της δεκαετίας του '50 και μιλάμε για την Καλλίπολη του Πειραιά, που όταν ο Μαγουλάς ανέβαινε στην πλατεία για να ακούσει μπουζούκια στη χασαποταβέρνα του Καράγιωργα από τη σπηλιά του στην Πειραϊκή, ερήμωναν οι δρόμοι και έκλειναν τα παντζούρια σαν να περνούσε ο Τζάνγκο. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά, ο κόσμος τρώει έξω. Αλλά πού; Στη Βόρεια Ευρώπη ας μου επιτραπεί να αμφιβάλλω.
Δεν ξέρω πόσοι έχετε φιλοξενηθεί από Ελληνες ή ξένους φίλους σας που μένουν στη Βόρεια Ευρώπη. Οσοι το έχετε κάνει και έχετε μείνει πέντε μέρες, μία εβδομάδα θα έχετε δει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να φάτε πάνω από μία φορά έξω. Ας πούμε την ημέρα που φτάσατε. Μετά πέφτει κουζίνα και των γονέων. Φαΐ στην κουζίνα του σπιτιού κατά τις 7 το απόγευμα και τηλεόραση μέχρι να πάει 11 και να ξεραθείτε όλοι οικογενειακώς.
«Καλά, και επειδή πριν από 50 χρόνια έτρωγαν σουβλάκια δίπιτα και στη Βόρεια Ευρώπη κοιμούνται με τις κότες, θα το κάνουμε και εμείς;», είναι λογικό να ρωτήσει κάποιος. Και η απάντηση είναι «δεν έχεις άλλη επιλογή». Ενα τσούρμο απατεώνες είναι έτοιμοι να πούνε στον κόσμο παραμύθια ότι η λύση είναι να σταματήσουμε να πληρώνουμε το εξωτερικό χρέος -σαν να έχουμε πλεονασματική οικονομία και να μπορούμε να ζήσουμε χωρίς δανεικά- ή «να φύγουν αυτοί από τη Βουλή», χωρίς να προσθέτουν ότι το θέλουν για να μπουν στη θέση τους ή «να δώσουν τα λεφτά αυτοί που τα φάγανε» και μετά να κολλάνε το όνομα του Ακη, του Χριστοφοράκου και του Εφραίμ, που και οι τρεις μαζί δεν βγάζουν ένα κατοστάρικο για τον κάθε Ελληνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου