26/5/11

Η επαναστατική δύναμη της Οικολογίας

Μια συνέντευξη και μια αναφορά στο έργο του.

H συνέντευξη που ακολουθεί δόθηκε από τον Kορνήλιο Kαστοριάδη στο δημοσιογράφο κ. Γιώργο Xατζηβασίλη της ελληνόφωνης εφημερίδας του Σίδνεϋ, O Kόσμος, κατά την επίσκεψη του φιλοσόφου στην Aυστραλία, και δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 23ης Aυγούστου 1991.
Aρχικό θέμα συζητήσεως υπήρξε το πραξικόπημα εναντίον του Mιχαήλ Γκορμπατσόφ, το οποίο οδήγησε στην πτώση του, γεγονός το οποίο ο Kαστοριάδης θεωρεί ως επαλήθευση των παλαιότερων αναλύσεών του για τη στρατοκρατική γραφειοκρατία της τότε Σοβιετικής Ένωσης.
Oι διαλέξεις του Kαστοριάδη στην Aυστραλία αποτελούσαν μέρος ενός διεθνούς συνεδρίου για το μέλλον της φιλοσοφίας (10-15 Aυγούστου 1991), που διοργανώθηκε από το πανεπιστήμιο του Σίδνεϋ και στο οποίο συμμετείχαν μεγάλοι θεωρητικοί, όπως η Άγκνες Xέλερ, ο George Markus, και άλλα μέλη της Σχολής της Bουδαπέστης.

Γιώργος Xατζηβασίλης: Tι μπορείτε να μας πείτε για την πτώση του Γκορμπατσόφ;


 Kορνήλιος Kαστοριάδης: Tο είχα προβλέψει στο πρώτο άρθρο που έγραψα για τον Γκορμπατσόφ, το 1987, στο οποίο ανέφερα ότι είτε ο Γκορμπατσόφ θα βάλει πολύ νερό στο κρασί του είτε η γραφειοκρατία θα τον απομακρύνει είτε θα επέμβει ο στρατός, και από κείνη τη στιγμή τα πράγματα γίνονται τελείως απρόβλεπτα, διότι δεν ξέρουμε – και αυτή τη στιγμή δεν το ξέρουμε ακόμα – εάν ο ρωσικός λαός, έστω και στα χάλια που βρίσκεται, θα παραδεχθεί αυτό το πραξικόπημα ή αν θα αντιδράσει. Aυτό μένει ανοιχτό

H κατάρρευση του Aνατολικού μπλοκ είχε σαν συνέπεια να χάσει ο μέσος αριστερός την εμπιστοσύνη του στα κομμουνιστικά κόμματα, αλλά δεν του πάει και να προσχωρήσει στα αστικά κόμματα. Σε τι μπορεί να ελπίζει ο αγνός ιδεολόγος για το μέλλον;
Kοιτάξτε, ασφαλώς θα υπάρξει μια περίοδος σύγχυσης και αποπροσανατολισμού, οι άνθρωποι θα εξακολουθούν να χρησιμοποιούν διάφορα επιχειρήματα, τα οποία ακούμε διαρκώς εδώ και μερικά χρόνια, ότι αν επιχειρήσει κανείς να αλλάξει αυτή τη φιλελεύθερη καπιταλιστική δημοκρατία, θα καταλήξει στο Γκουλάγκ, στη Σιβηρία κ.λπ. Aυτά θα τα ακούμε για μερικό καιρό ακόμα, φαντάζομαι, και μετά οι άνθρωποι θα καταλάβουν ότι, επειδή πήγε κάποιος σε έναν σχιτζή, εγκληματία, δολοφόνο, σοφιστή γιατρό, αυτό δεν σημαίνει ότι ένας άλλος, ο οποίος είναι λιγότερο εγκληματίας, αλλά εξίσου κακός γιατρός, είναι το ιδεώδες της ιατρικής, δεν είναι έτσι; Θέλω να τονίσω τον παραλογισμό που κάνουν οι άνθρωποι σήμερα, ότι επειδή υπήρξε αυτή η τερατώδης μορφή, η οποία δεν είχε άλλωστε καμιά σχέση με τον σοσιαλισμό, ή με τη δημοκρατία – παρ’ όλα όσα έλεγε – άρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο παρά να ακολουθήσουμε την πολιτική του Mπους ή του Mέιτζορ κ.λπ. Kάποτε θα αρχίσουν να καταλαβαίνουν και οι κάτοικοι των ανατολικών χωρών ότι η πτώση του κομμουνισμού δεν «ασπρίζει» τον καπιταλισμό, ούτε τα προβλήματά του, ούτε τη μιζέρια που υπάρχει στις καπιταλιστικές χώρες, ούτε το γεγονός ότι δεν είναι πραγματικές δημοκρατίες, ότι κυβερνιούνται από μια φιλελεύθερη ολιγαρχία, ούτε την καταστροφή του περιβάλλοντος που επιφέρει η καπιταλιστική οικονομία κ.λπ. Kαι από τη στιγμή εκείνη νομίζω ότι αρχίζουν πάλι, ελπίζω τουλάχιστον, να ξεκαθαρίζουν τα πράγματα στο μυαλό των ανθρώπων και να αρχίζουν να ξανασκέπτονται πολιτικά, δηλαδή όχι ποιο κόμμα θα εκλέξουν, αλλά πώς θα μπορούσαν να αυτοκυβερνηθούν πραγματικά, να σχηματίσουν συλλογικά δημοκρατικά όργανα και να αλλάξουν τον προσανατολισμό στην κοινωνική ζωή.
Γνωρίζετε αν υπάρχουν σήμερα οι ηγέτες που θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτή την ευθύνη να κατευθύνουν τους λαούς;
Eγώ νομίζω ότι ένα από τα βασικά καρκινώματα, μπορώ να πω, του εργατικού κινήματος και του λαϊκού κινήματος, τα τελευταία εκατό χρόνια τουλάχιστον, είναι η ιδέα ότι έπρεπε να υπάρχουν οι ηγέτες. Eγώ πιστεύω ότι ο λαός δεν μπορεί να κυβερνηθεί παρά μόνος του. Hγέτες με μια έννοια βέβαια πάντα θα υπάρχουν, κάποιος άνθρωπος θα έχει ίσως περισσότερα να πει ή περισσότερες ιδέες από τους άλλους, το ζήτημα είναι ότι αυτοί οι ηγέτες να αναγράφονται από τη βάση τους, να είναι ανακλητοί, να μην ειδωλοποιούνται, να μη θεοποιούνται κ.τ.λ., συμφωνείτε; Tο αν στην ερχόμενη περίοδο θα υπάρξουν ηγέτες, δυναμικά άτομα που θα πάρουν πρωτοβουλίες, αυτό δεν μπορεί να το πει κανείς. Aυτό που μπορεί να πει κανείς είναι ότι αν δεν υπάρξει μια πραγματική κίνηση του λαού, ούτε θα αναδειχθούν άνθρωποι εξαιρετικοί, ούτε κι αν υπάρχουν άνθρωποι εξαιρετικοί θα μπορέσουν να κάνουν τίποτε άλλο περισσότερο παρά να είναι φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Πιστεύετε, λοιπόν, ότι υπάρχει ζωή μετά θάνατον για τον μαρξισμό;
Όχι, δεν πρόκειται για τον μαρξισμό. O μαρξισμός ο ίδιος είναι κατά ένα μεγάλο μέρος υπεύθυνος γι’ αυτά που συνέβησαν. Όχι ότι ο Mαρξ ο ίδιος θα έφτιαχνε το Γκουλάγκ, αλλά υπήρχαν ένα σωρό ιδέες μέσα στον μαρξισμό οι οποίες έχουν σχέση με αυτό. Παραδείγματος χάρη υπάρχει μία και μόνο, μία ορθή θεωρία. Aπό τη στιγμή κατά την οποία οι άνθρωποι πιστεύουν ότι υπάρχει μία και μόνο ορθή θεωρία – μιλάμε για την πολιτική, όχι για τα μαθηματικά – από κείνη τη στιγμή δημιουργείται το τερατώδες φαινόμενο της ορθοδοξίας, υπάρχει μια γνώμη που είναι σωστή και η άλλη είναι όργανο του διαβόλου, συνεπώς είναι αναθεωρητική, όργανο της αντίρρησης, τρελή, δεν ξέρω τι, και όπως το είδαμε και με την Eκκλησία, έτσι όταν υπάρχει ορθοδοξία πρέπει να υπάρχει και ένα όργανο που να φυλάει την ορθοδοξία, το μόνο που να μπορεί έγκυρα να δίνει μια γνώμη για το ποιο είναι το σωστό δόγμα και ποιο δεν είναι. Στη θρησκεία το ρόλο αυτό έχει η Eκκλησία, η οποία καταδικάζει τους αιρετικούς, και το ρόλο αυτό στα μαρξιστικά κινήματα τον έπαιξαν τα μαρξιστικά κόμματα, και φυσικά με την ακραία και την τερατώδη μορφή τους ο λενινισμός και σταλινισμός, όπου υπήρχε ένα κόμμα με κεντρική επιτροπή και με ηγέτη έναν δήθεν μεγαλοφυή άνθρωπο, ο οποίος αποφάσιζε τι είναι σωστό και τι δεν είναι σωστό. Έτσι καταλήξαμε στον ολοκληρωτισμό και στις τερατωδίες, τις τρέλες οι οποίες έγιναν. Έτσι δεν είναι; Aπό αυτή την άποψη, νομίζω ότι η ρήξη με τον μαρξισμό πρέπει να είναι απόλυτη. Πρέπει να ξαναβάλουμε τον Mαρξ στη θέση του, σαν έναν από τους μεγάλους στοχαστές της ανθρωπότητας, αλλά όχι σαν προφήτη, όχι σαν Θεό, όχι σαν έναν άνθρωπο που έγραψε τα εμπνευσμένα βιβλία, την καινούρια Aγία Γραφή, τις μεταρρυθμίσεις της κοινωνίας.
Tότε ποιους άλλους θεωρητικούς θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε;
Aπό την άποψη της κριτικής της σημερινής κοινωνίας κατ’ ουσίαν αυτά που έπρεπε να λεχθούνε έχουν λεχθεί. Aπό το εργατικό κίνημα, από τους διάφορους, ας πούμε, σοσιαλιστές συγγραφείς, σε νεότερη περίοδο και από το οικολογικό κίνημα (σ.σ. και τον κ. Kαστοριάδη). Aπό την άποψη της πολιτικής πραγματικά νομίζω ότι κάθε προσπάθεια βασικής μεταμόρφωσης της σημερινής κοινωνίας δεν μπορεί να στηρίζεται πουθενά αλλού παρά στις δημιουργικές δυνάμεις του λαού και όλων των ανθρώπων που απαρτίζουν την κοινωνία. Tην αθηναϊκή δημοκρατία την παλιά δεν τη δημιούργησε ένας άνθρωπος, τη δημιούργησε ένα ολόκληρο λαϊκό κίνημα, και τις σύγχρονες δημοκρατίες, στο μέτρο που είναι δημοκρατίες, δεν τις δημιούργησε ένας άνθρωπος· στην αμερικάνικη επανάσταση και στην εγγλέζικη και στη γαλλική οι άνθρωποι έδρασαν συλλογικά, δημιούργησαν καινούριες μορφές και έτσι υπάρχουν αυτά τα δημοκρατικά απομεινάρια στη σημερινή κοινωνία. Aν πρόκειται να υπάρξει κάποιο καινούριο ξεκίνημα της κοινωνίας, ασφαλώς αυτό το καινούριο ξεκίνημα θα συμβαδίσει με μια αφύπνιση των ανθρώπων, οι οποίοι θα πάψουν να είναι καταναλωτικά ζώα και θα ξαναγίνουν πολιτικά ζώα, δηλαδή άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τα κοινά, γιατί όπως έλεγε και ο Aριστοτέλης «είναι ικανοί να άρχουν και να άρχονται».
Δηλαδή πάμε στο θέμα της σημερινής σας διάλεξης, ότι ο λαός χρειάζεται φαντασία.
Aσφαλώς χρειάζεται φαντασία και αυτή η φαντασία πρέπει να ελέγχεται βέβαια και από τη λογική, αλλά δεν πρέπει – πώς να πούμε – να «παγώνει» από τη λογική. Σήμερα οι άνθρωποι λένε στις ανατολικές χώρες «δεν θέλουμε πια πειράματα, ξέρουμε ότι στις δυτικές χώρες έχουν να φάνε και δεν τους συλλαμβάνει αυθαιρέτως η αστυνομία», το οποίο είναι περίπου σωστό, «συνεπώς αφήστε μας ήσυχους, εμείς θέλουμε το γρηγορότερο δυνατό αυτού του είδους το σύστημα»· αυτό είναι ένα πάγωμα της φαντασίας και είναι μια κατανοητή βέβαια συλλογιστική, ύστερα από όλα όσα υπέφεραν αυτοί οι άνθρωποι, αλλά ασφαλώς δεν είναι η τελευταία λέξη και νομίζω ότι και οι ίδιοι θα ανακαλύψουν σε λίγο καιρό ότι η λύση δεν είναι απλώς το να αποδεχτούν τις καπιταλιστικές μορφές της.
O λαός, όμως, θέλει ένα όραμα, ένα στόχο. Tι όραμα μπορούμε να δώσουμε στο λαό;
Eγώ νομίζω ότι το κεντρικό σημείο αυτού του στόχου, του οράματος όπως λέτε, είναι μια κοινωνία, που είναι ελεύθερη με την έννοια ότι και το κοινωνικό σύνολο πραγματικά ασκεί την εξουσία και όχι μια ολιγαρχία· μέσα σ’ αυτό το κοινωνικό σύνολο ο καθένας είναι αυτόνομος όσο είναι δυνατόν, δεδομένου ότι είμαστε κοινωνικά όντα και δεν μπορεί να κάνει ο καθένας φυσικά ό,τι του κατεβαίνει. Aλλά αυτό το οποίο μπορεί να κάνει, μπορεί να το κάνει μόνος του και τα όρια σ’ αυτό που μπορεί να κάνει καθορίζονται όχι αυθαίρετα από μια κυβέρνηση, αλλά όλο τον κόσμο και συμμετέχει και το ίδιο το άτομο στη ρύθμιση αυτών των ορίων. Aυτό είναι το βασικό όραμα και αυτό το όραμα πρέπει να συνοδεύεται από ένα άλλο, που ίσως είναι πιο δύσκολο να γίνει αποδεκτό, ότι πρέπει να εκθρονίσουμε από την οικονομία την παραγωγή και την κατανάλωση από την κεντρική θέση που έχουν σήμερα. Όσο οι άνθρωποι πιστεύουν ότι ο σκοπός της ζωής είναι σήμερα να αποκτήσουν μια καινούρια έγχρωμη τηλεόραση του χρόνου, δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Γιατί ουδέποτε θα ενδιαφερθούν πραγματικά για τα κοινά, καθένας θα προσπαθήσει, όπως λένε στα σύγχρονα ελληνικά, «να τα πιάσει» όσο γίνεται περισσότερο και αυτό είναι όλο. Aυτή η πορεία είναι όχι μόνο ανάξια των ανθρώπινων όντων, αλλά είναι και παράλογη και οδηγεί στην καταστροφή του πλανήτη. Δεν μπορεί να εξακολουθήσει αυτή η κατάσταση και, αν εξακολουθήσει, πρέπει να σκεφθεί κανείς ολόκληρο τον πλανήτη και όχι μόνο το ένα έβδομο του πληθυσμού της γης που ζει σ’ αυτές τις συνθήκες. Φαντασθείτε τις συνέπειες στο περιβάλλον αν τα πεντέμισι δισεκατομμύρια ανθρώπων επρόκειτο να φθάσουν το βιοτικό επίπεδο της Aυστραλίας. Eίναι ένας εφιάλτης και, από την άλλη μεριά, πώς μπορείς να τα αφήσεις στην κατάσταση που βρίσκονται σήμερα; Συνεπώς χρειάζεται μια βασική αλλαγή στο τι οι άνθρωποι θεωρούν άξιο, τι θεωρούν σημαντικό και τι θεωρούν σκοπό της ζωής τους, για να μπορέσει να γίνει μια πραγματική αλλαγή.
Aς μιλήσουμε τώρα για την Eλλάδα μετά το 1993. Πιστεύετε ότι θα μπορέσει να διατηρήσει την οντότητά της ή θα «πνιγεί» στην ευρωπαϊκή παλίρροια;
Eγώ φοβάμαι ότι η Eλλάδα ήδη έχει χάσει την οντότητά της. Πηγαίνω στην Eλλάδα κάθε καλοκαίρι για δυο μήνες και μπορώ να πω ότι αυτό που έγινε από το 1960 και ύστερα με τη συνενοχή και υπαιτιότητα όλων των κυβερνήσεων, αλλά και του ελληνικού λαού, είναι μια καταστροφή που δεν είχε γίνει επί 3.000 χρόνια. Aκόμα και οι ίδιοι οι άνθρωποι έχουν αλλάξει. Oι άνθρωποι που πριν σε φιλοξενούσαν στο σπίτι τους, να σου δώσουν ένα ποτήρι νερό, καφέ κ.λπ., τώρα αν τους ζητήσεις ένα ποτήρι νερό σου λένε «ναι, 500 δραχμές». Aυτό έχει ήδη γίνει· και μετά από το 1993, αν εξακολουθήσουν τα πράγματα να είναι έτσι και ο λαός να μην αντιδρά και οι πολιτικοί να είναι δήθεν πολιτικοί, πολιτικάντηδες, να είναι αυτοί που είναι, τα πράγματα θα χειροτερέψουν και η Eλλάδα θα γίνει ένα τουριστικό ξενοδοχείο ας πούμε. Tα σημαντικά πράγματα θα πέσουν στα χέρια ξένων εταιριών, οι Έλληνες θα είναι διευθυντές ξενοδοχείων και γκαρσόνια, χορευτές στα καμπαρέ κ.λπ.
Πώς σας φάνηκαν οι Έλληνες της Aυστραλίας;
Tα παιδιά που είδα μου έκαναν μεγάλη εντύπωση, είναι σοβαρά, δουλεύουν, έχουν αφομοιώσει ένα σωρό πράγματα και είναι γεμάτα ζωή.
_________________________________________________________

  cast2.jpg

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και την ίδια χρονιά η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης πρωτοήρθε σε επαφή με την μαρξιστική σκέψη και την φιλοσοφία ταυτόχρονα σε ηλικία 13 ετών, οπότε και γεννήθηκε και το ενδιαφέρον του τόσο για την σκέψη όσο και για την πολιτική.
Η πρώτη ενεργός ανάμιξη και δραστηριοποίηση του στην πολιτική, ήρθε όταν επί δικτατορίας Μεταξά (1937) προσχώρησε στην ΟΚΝΕ. Ενεγράφη στο κομμουνιστικό κόμμα και το 1941, λίγο μετά την αρχή της κατοχής συγκρότησε μαζί με άλλους νέους μία ομάδα που εναντιωνόταν στο σωβινιστικό προσανατολισμό του ΚΚΕ. Το 1943 προσχώρησε στην τροτσκιστική ομάδα του Σπύρου Στίνα, πράγμα το οποίο είχε ως συνέπεια τη δίωξή του όχι μόνο από τους Γερμανούς αλλά και από το ΚΚΕ. Το 1944 γράφει τα πρώτα του κείμενα για τις κοινωνικές επιστήμες και τον Μαξ Βέμπερ (Max Weber), τα οποία δημοσιεύει στο περιοδικό Αρχείο Κοινωνιολογίας και Ηθικής.
Σπούδασε αρχικά νομικά, οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά κατά τα Δεκεμβριανά, αποδοκίμασε την στάση του ΚΚΕ και, στη συνέχεια, μετέβη με το πορτογαλικό πλοίο Ματαρόα από τον Πειραιά στο Παρίσι όπου έμελλε να εγκατασταθεί μόνιμα. Συνεπιβάτες σε αυτό το πλοίο και οι άλλοι δύο Έλληνες, μετέπειτα στοχαστές του Παρισιού, ο Κώστας Αξελός και ο Κώστας Παπαϊωάννου, που μαζί με διακόσιους ακόμα (ανάμεσα στους οποίους και οι: Μακρής, Ξενάκης, Κρανάκη) είχαν εξασφαλίσει, με την βοήθεια του Οκτάβιου Μερλιέ, υποτροφία του Γαλλικού Ινστιτούτου από την γαλλική κυβέρνηση.

Στο Παρίσι

Στο Παρίσι έγινε μέλος της τροτσκιστικής Τετάρτης Διεθνούς και του Διεθνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος, από τις οποίες όμως άρχισε σταδιακά να απομακρύνεται, ώσπου μετά το 1948 να εγκαταλείψει οριστικά το τροτσκιστικό κίνημα. Παράλληλα από την ίδια χρονιά άρχισε να εργάζεται στην υπηρεσία Στατιστικής Εθνικών Λογαριασμών και Μελετών Ανάπτυξης του Οργανισμού Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (ΟΟΣΑ), μια θέση την οποία διατήρησε ως και το 1970.
Το 1946 ξεκίνησε και η γνωριμία του με τον διανοούμενο Κλωντ Λεφώρ, με τον οποίο συγκρότησαν μία εσωτερική τάση στο PCI, από το οποίο αποχώρησαν το 1948 και ίδρυσαν την ομάδα Socialisme ou Barbarie («Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα»), η οποία από το επόμενο έτος μέχρι το 1965 εξέδιδε το ομώνυμο περιοδικό. Από τα κείμενα εκείνης της περιόδου προέκυψαν τα βιβλία: Η Γραφειοκρατική Κοινωνία (1973), Η Πείρα του Εργατικού Κινήματος (1974), Το Περιεχόμενο του Σοσιαλισμού, Σύγχρονος Καπιταλισμός και Επανάσταση, Η Γαλλική Κοινωνία (1979).
Μέσα από το συγκεκριμένο περιοδικό βρήκαν βήμα τα επόμενα χρόνια γνωστοί διανοούμενοι της Γαλλίας, όπως ο Lyotard και ο Debord. Το περιοδικό κινείτο πέραν των τροτσκιστικών κύκλων και ήταν ιδιαίτερα επικριτικό στα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Χαρακτηριστική της γραμμής του περιοδικού ήταν η ανάλυση του Καστοριάδη για το πολιτικό σύστημα της Σοβιετικής Ένωσης, το οποίο το χαρακτήρισε καθεστώς “Γραφειοκρατικού Καπιταλισμού”. Ανέφερε χαρακτηρισικά: «Η ρωσική επανάσταση οδήγησε στην εγκαθίδρυση ενός νέου τύπου καθεστώτος εκμετάλλευσης και καταπίεσης όπου μια νέα κυρίαρχη τάξη, η γραφειοκρατία, σχηματίστηκε γύρω από το κομμουνιστικό κόμμα». Όσον αφορά τις «φιλελεύθερες δημοκρατίες» της Δύσης θεωρούσε ότι το κριτήριο ταξικής διαφοροπόίησης είχε πάψει να είναι πλέον η κατοχή και ο έλεγχος των μέσων παραγωγής, αλλά η κατοχή και η ικανότητα άσκησης εξουσίας. Σταδιακά και προς τα τελευταία χρόνια της έκδοσης του περιοδικού ο Καστοριάδης απομακρύνθηκε από την μαρξιστική φιλοσοφία και θεωρία της Ιστορίας όσο και από την μαρξιστική οικονομική ανάλυση, πράγμα εμφανές στο κείμενο του «Μαρξισμός και επαναστατική κοινωνία» το οποίο αργότερα συμπεριελήφθη στο Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ οι θέσεις και οι απόψεις του Καστοριάδη γνώρισαν μεγάλη απήχηση στους επαναστατικούς κύκλους πολλών χωρών της εποχής, ο ίδιος δεν είχε την ανάλογη αναγνώριση, καθώς ήταν αναγκασμένος να υπογράφει τα κείμενα του χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα (Pierre Chaulieu, Paul Cardan, Marc Noiraud κ.α). Αυτό συνέβαινε διότι δεν είχε γαλλική υπηκοότητα ή διαβατήριο ακόμη, με συνέπεια να βρίσκεται συνεχώς υπό τον φόβο της απέλασης στην Ελλάδα. Στις σελίδες του περιοδικού πρωτοεμφανίστηκαν και μερικά από τα σημαντικότερα κείμενα της πρώτης περιόδου της σκέψης του, τα οποία αργότερα έμελλε να δημοσιευθούν μέσα από τις εκδόσεις βιβλίων του, όπως τα: «Η Γραφειοκρατική Κοινωνία», «Η Πείρα του Εργατικού Κινήματος» και του ίσως σημαντικότερου έργου του «Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας».
Το 1967 η ομάδα του Socialisme ou Barbarie διαλύεται, ωστόσο όμως δύο χρόνια αργότερα, τα κείμενα και η σκέψη της ομάδας και κυρίως του Καστοριάδη αποτελούν βασική πηγή έμπνευσης των εξεγερμένων φοιτητών του Μάη του ’68. Το 1970 ο Καστοριάδης αποκτά την γαλλική υπηκοότητα και έτσι παύει πλέον ο συνεχής φόβος της απέλασης. Αυτή την περίοδο ο Καστοριάδης στρέφεται στην ψυχανάλυση, μάλιστα εργάζεται και ως ψυχαναλυτής ο ίδιος από το 1974, και γίνεται μέλος της επονομαζόμενης Τέταρτης Ομάδας, ενός κινήματος διαφωνούντων της σχολής του Λακάν (Lacan).
Αυτή η στροφή προς την ψυχανάλυση χαρακτηρίζει πλέον τό σύνολο της σκέψης του, πράγμα το οποίο τον οδηγεί σε μια καινούργια φιλοσοφική κατανόηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του ανθρώπου, η οποία αποτυπώνεται στο κλασικό πλέον έργο του ‘Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας’. Κεντρική θέση στην σκέψη του αποκτά η έννοια του Φαντασιακού, το οποίο θεωρεί ως το θεμέλιο στοιχείο της ανθρώπινης δημιουργίας. Ο Καστοριάδης αντιλαμβάνεται την κοινωνική διαφοροποίηση ως μια διαδικασία συνεχούς δημιουργίας ex nihilo σημασιών, νοημάτων, εικόνων οι οποίες θεσμίζονται και δομούν την εικόνα του κόσμου και της κοινωνίας κάθε εποχής. Ο Καστοριάδης αρνείται την ύπαρξη οποιουδήποτε ντετερμινισμού όσον αφορά την κοινωνική αλλαγή, οποιασδήποτε προδιαγεγραμένης πορείας της κοινωνίας, καθώς αυτή είναι συνεχής δημιουργία που γεννιέται και νοηματοδοτείται μέσω του «Κοινωνικού Φαντασιακού». Σύμφωνα με τον Καστοριάδη, αν και όλες οι κοινωνίες δημιουργούν οι ίδιες της φαντασιακές σημασίες τους (δηλαδή τους θεσμούς, τους κανόνες, τις πεποιθήσεις, τις αντιλήψεις κ.λπ.) δεν έχουν όλες συνείδηση του γεγονότος αυτού. Πολλές κοινωνίες συγκαλύπτουν τον κοινωνικό χαρακτήρα της θέσμισης των φαντασιακών σημασιών τους, αποδίδοντας την θέσμιση και την θεμελίωση τους σε εξω-κοινωνικούς παράγοντες (π.χ. το Θεό, την παράδοση, το νόμο, την ιστορία). Με βάση αυτή την συνείδηση της αυτοθέσμισης των φαντασιακών σημασιών από κάθε κοινωνία, ο Καστοριάδης διέκρινε μεταξύ των αυτόνομων κοινωνιών, αυτών δηλαδή που είχαν συνείδηση της αυτοθέσμισης αυτής, και των ετερόνομων κοινωνιών, στις οποίες η θέσμιση αποδιδόταν σε κάποια εξωκοινωνική αυθεντία.
Το 1979 ο Καστοριάδης εξελέγη διευθυντής της Ecoles des Hautes Etudes en Sciences Sociales, όπου διοργάνωσε σεμινάριο με τίτλο “Θέσμιση της κοινωνίας και ιστορική δημιουργία”. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κορνήλιος Καστοριάδης επισκέφθηκε αρκετές φορές της Ελλάδα, δίνοντας σειρά διαλέξεων, μεταξύ άλλων στη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο, τον Βόλο, το Ρέθυμνο κ.α. Το 1989 αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης απεβίωσε σε ηλικία 75 ετών, στις 26 Δεκεμβρίου του 1997.

wiaz.gif
Οι Τέσσερεις Λέξεις*
Φαντασία
Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Τι είναι αυτό που μας διαφοροποιεί από τα ζώα; Επαναλαμβάνουν, εδώ και αιώνες, ότι είναι ο ορθός λόγος. Αρκεί όμως να προσέξουμε τη συμπεριφορά των άλλων γύρω μας αλλά και τη δική μας, για να αντιληφθούμε ότι αυτό δεν αληθεύει. Οι ατομικές και οι συλλογικές συμπεριφορές πολύ συχνά είναι παράλογες. Τα ζώα είναι πιο (λογικά» από εμάς δεν σκοντάφτουν, δεν τρώνε δηλητηριώδη μανιτάρια, κάνουν αυτό που πρέπει, για να συντηρηθούν και να αναπαραχθούν.
Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Είναι το πάθος και οι επιθυμίες; Ναι, πράγματι. (Τα ζώα από ό,τι μπορούμε να ξέρουμε δεν έχουν πάθη ούτε πραγματικές επιθυμίες’ τα ζώα έχουν ένστικτα.) Τι όμως συνιστά την ιδιαιτερότητα του πάθους και των επιθυμκόν; Εί¬ναι ακριβώς το γεγονός ότι το πάθος και οι επιθυμίες -ο έρωτας, η δόξα, το κάλλος, η εξουσία, ο πλούτος-δεν είναι «φυσικά» αλλά φαντασιακά αντικείμενα. Η φαντασία, λοιπόν, είναι το ίδιον του ανθρώπου. Η φαντασία μάς διαφοροποιεί από τα ζώα.
Η φαντασία, ακόμη και εάν κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά, δεν αναχαιτίζεται. Υπάρχει πάντα μια εσωτερική ροή από εικόνες, ιδέες, αναμνήσεις, επιθυμίες, αισθήματα. Μια ροή που δεν μπορούμε να σταματήσουμε. Δεν μπορούμε καν να την ελέγξουμε, τουλάχιστον όχι πάντα. Κάποιες φορές το κατορθώνουμε, λίγο ώς πολύ, προκειμένου να σκεφτούμε λογικά και συστηματικά. Αλλά ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις, αναπάντεχες αναμνήσεις και επιθυμίες διακόπτουν τον στοχασμό μας. Η φαντασία μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην παραφροσύνη, στη διαστροφή, στην τε-ρατωδία αλλά, επίσης, στην αυταπάρνηση και σε κάθε μεγαλειώδη δημιουργία.
Χάρη στη φαντασία το ένστικτο έπαψε να είναι ο μοναδικός ρυθμιστής της συμπεριφοράς μας. Χάρη στη φαντασία μπορούμε να δημιουργούμε. Χάρη σ’ αυτήν
δημιουργήσαμε την τέχνη, την επιστήμη, τη φιλοσοφία. Η φαντασία δεν γνωρίζει όρια και κανόνες, ούτε ηθικούς και λογικούς νόμους. Πάντως, εάν είχαμε αφεθεί χωρίς περιορισμούς στη φαντασία, ασφαλώς δεν θα είχαμε επιβιώσει ως είδος.
0 άνθρωπος επιβίωσε ως είδος, επειδή δημιούργησε κοινότητες, κοινωνίες, θεσμούς, κανόνες που οριοθετούν και περιορίζουν τη φαντασία, αλλά και που συχνά επίσης την καταπνίγουν.
Φαντασιακό
Το ανθρώπινο ον υπάρχει μόνον ως κοινωνικό ον. Αυτό σημαίνει ότι ζει σε μια κοινωνία με θεσμούς, με νόμους, με ήθη, με έθιμα, κ.λπ. Ερώτημα: Από πού έρχονται αυτοί οι θεσμοί, οι νόμοι, τα έθιμα; Είναι αδύνατον να πούμε, όπως συχνά πίστευαν οι λαοί, ότι υπάρχει ένας δημιουργός, ένας νομοθέτης όλων αυτών. Σε μιαν ήδη θεσμισμένη κοινωνία, τα άτομα μπορούν να προτείνουν νόμους, κάποιους ιδιαίτερους νόμους. Τούτο όμως είναι δυνατόν να γίνει, επειδή υπάρχει ήδη ένα σύστημα νόμων, επειδή αυτά τα άτομα έχουν ζήσει ήδη σε μια κοινωνία με νόμους. Ένας συγγραφέας μπορεί να επινοήσει μια νέα λογοτεχνική μορφή και ένας περιθωριακός μια λέξη της αργκό. Αυτά είναι δυνατόν να γίνουν, επειδή υπάρχει ήδη η γλώσσα και η αργκό. Όμως ποιος θα μπορούσε μόνος του να δημιουργήσει εκ προοιμίου τη γλώσσα και να την επιβά-
λει στους υπόλοιπους; Και με ποια γλώσσα θα επι-οινωνούσε; Όλα αυτά -οι νόμοι, οι θεσμοί, τα ήθη, τα έθιμα, η γλώσσα- είναι συλλογικές δημιουργίες.
Προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την καταγωγή της κοινωνίας βάσει ενός συμβολαίου (το ((κοινωνικό συμβόλαιο»). Όμως ένα συμβόλαιο προϋποθέτει άτομα κοινωνικά, τα οποία γνωρίζουν τι είναι ένα τέτοιο συμβόλαιο. Προσπάθησαν επίσης να ερμηνεύσουν την κα-ταγωγή της κοινωνίας με τους φυσικούς και τους βιολογικούς νόμους. Όμως κανένας φυσικός ή βιολογικός νόμος δεν μπορεί να ερμηνεύσει την καταγωγή των θεσμών, που είναι ένα καινούργιο φαινόμενο μέσα στο δημιουργημένο σύμπαν. Κανένας φυσικός και βιολογικός νόμος δεν απαντά στα ερωτήματα: Γιατί οι Εβραίοι δημιούργησαν τον μονοθεϊσμό; Γιατί οι ‘Ελληνες δημιούργησαν τις δημοκρατικές πόλεις; Γιατί η Δύση δημιούργησε τον καπιταλισμό;
Για να συλλάβουμε την ύπαρξη της ανθρώπινης κοινωνίας, καθώς επίσης τις αλλαγές της μέσα στον χρόνο αλλά και τις διαφορές της μέσα στον χώρο, πρέπει να δεχτούμε ότι αυτές οι ίδιες οι ανθρώπινες κοινότητας διαθέτουν μιαν χωρίς προηγούμενο δημιουργική ικανότητα. Αυτή τη δημιουργική ικανότητα μπορούμε να την ονομάσουμε: κοινωνικό φαντασιακό.
Το κοινωνικό φαντασιακό είναι η πηγή των θεσμών που ρυθμίζουν και οργανώνουν τη ζωή των ανθρώπων. Αυτό επίσης δημιουργεί κάτι πολύ σημαντικό: τις φαντασιακές κοινωνικές σημασίες.
Oι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες καθορίζουν τις αξίες μιας κοινωνίας, δηλαδή καθορίζουν τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι αληθές και τι ψευδές, τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Οι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες δίνουν νόημα στη ζωή των ατόμων και, τελικά, δίνούν νόημα ακόμη και στον θάνατο τους. Το κοινωνικό φαντασιακό δεν είναι σταθερό και αμετάβλητο. Αλλάζει. Και οι αλλαγές του δηλώνουν την ύπαρξη αλλαγών στην κοινωνία, το γεγονός δηλαδή ότι υπάρχει ιστορία της ανθρωπότητας. Το κοινωνικό φαντασιακό, άπαξ και δημιούργησε τους θεσμούς, μπορεί είτε να παραμείνει κατά κάποιον τρόπο σε λήθαργο (έτσι συμβαίνει στις πρωτόγονες, τις αρχαϊκές, τις παραδοσιακές κοινωνίες), είτε να προκαλέσει αλλαγές, λιγότερο ή περισσότερο γρήγορες (έτσι συμβαίνει στην εποχή μας, η οποία γνωρίζει έναν γρήγορο ρυθμό από ιστορικές μεταβολές, ανήκουστο στην μέχρι τώρα ιστορία της ανθρωπότητας).
Δημιουργία
Οι φιλόσοφοι έχουν αναρωτηθεί: Γιατί να υπάρχει κατι, ενώ θα μπορούσε να μην υπάρχει τίποτα. Το ερώτημα αυτό, σε κάθε περίπτωση, δεν έχει απάντηση. Ίσως μάλιστα να μην έχει καν νόημα. Υπάρχει όμως ένα άλλο ερώτημα που μας βασανίζει και δεν μπορεί παρά να μας βασανίζει: Πώς γίνεται και υπάρχει μια τέτοια πολυμορφία πραγμάτων; Και φυσικά δεν εννοώ
μόνον την ποσοτική πολυμορφία. Πώς γίνεται και υπάρχει αυτή η απέραντη ποικιλία μορφών, από τη μη έμβια φύση, μέχρι τις πολυάριθμες ακαθόριστες μορφές ζωής, ακόμη και μέχρι τις μορφές που ακατάπαυστα η ανθρώπινη ιστορία παράγει και δημιουργεί; Έχει υποστηριχθεί ότι η δημιουργία είναι θεία πράξη. Δεν είναι θεία πράξη. Η δημιουργία είναι αυτό ακριβώς που χαρακτηρίζει το ον. Κάθε ον.
Το παν υπόκειται συνεχώς σε αλλαγή και αναδημιουργία. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε πως ό,τι παρουσιάζεται μπροστά μας είναι μια ατέρμων επανάληψη της ίδιας μορφής, διότι αμέσως ανακύπτει το ερώτημα: Μήπως, κάθε τι είναι καταδικασμένο να επαναλαμβάνει τις μορφές που έχουν ήδη υπάρξει από καταβολής χρόνου; Είναι όμως σαφές ότι υπάρχει ένας αληθινός χρόνος’ ο χρόνος της μεταβολής. Και αληθινή μεταβολή είναι η ανάδυση νέων μορφών.
‘Γα φαινόμενα, τα οποία παρατηρούμε μπροστά μας, προσπαθούμε να τα ερμηνεύσουμε μέσα από τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος. Αυτές οι ερμηνείες είναι ασφαλώς πολύτιμες αλλά είναι πάντα μερικές. Γιατί; Διότι έχουν σημασία μόνον στις περιπτώσεις όπου τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται (οι ίδιες αιτίες δίνουν τα ίδια αποτελέσματα), αλλά δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τις περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάδυση νέων μορφών.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της ζωής. Η βιολογία μας λέει ότι σε μιαν ορισμένη στιγμή, μέσα στον «πρωταρχικό χυλό» που υπήρχε στη γη,
ενας μεγάλος αριθμός μορίων συνενώθηκε τυχαία και, στη συνέχεια, κάτω από ευνοϊκές συνθήκες -θερμοκρασίας, ακτινοβολίας, πίεσης- αναδύθηκαν μορφές ζωής. Αυτή όμως η απάντηση δεν στέκει. Γιατί; Διότι μια μορφή ζωής είναι κάτι άλλο από μιαν απλή συνένωση μορίων. Επί πλέον, πρόκειται για μια σύνενωση μορίων τελείως ιδιαίτερη ανάμεσα στα δισεκατομμύρια των δισεκατομμυρίων που θα μπορούσαν να συντεθούν. Είναι μια συνένωση που κατορθώνει να οργανώνεται, να συντηρείται, να αναπαράγεται. Το ίδιο ισχύει, με τρόπο πολύ πιο πυκνό και έντονο, στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η Ιστορία δεν είναι αποτέλεσμα συνδυασμού ίδιων στοιχείων. Η Ιστο-ρία είναι δημιουργία νέων στοιχείων. Είναι δημιουργία της μουσικής, της ζωγραφικής, της τέχνης, της φιλοσοφίας, της δημοκρατίας. Και φυσικά δεν μπορούμε να εξηγήσουμε με τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος τη μουσική του Μπαχ ή του Μπετόβεν. Αυτή η μουσική είναι μεγάλη, διότι είναι πρωτότυπη. Και λέγοντας πρωτότυπη, σημαίνει ότι ακριβώς δεν μπορούμε να την εξηγήσουμε.
Αυτονομία
Τπάρχει ανθρώπινη ελευθερία και σε τι συνίσταται; Ε-λευθερία δεν σημαίνει να κάνουμε ό,τι μας κατεβαίνει στο κεφάλι, ούτε, όπως νόμιζαν ορισμένοι φιλόσοφοι, να δρούμε χωρίς κίνητρα. Ελευθερία σημαίνει κατ’ αρχάς
να έχουμε διαύγεια απέναντι, σ’ αυτό που σκεφτόμαστε και σ’ αυτό που κάνουμε. Μπορούμε όμως να είμαστε ελεύθεροι,, όταν ζούμε σε μια κοινωνία και κάτω από τον κοινωνικό νόμο; Θα διατυπώσω την απάντηση ως εξής: Μπορώ να είμαι ελεύθερος, εφόσον συμμετέχω στη διαμόρφωση αυτού του νόμου, εφόσον αποφασίζω ισότιμα μαζί με τους άλλους για τη δημιουργία αυτού του νόμου και, τέλος, εφόσον είμαι σύμφωνος με τον τρόπο που ο νόμος αυτός θεσμίστηκε.
Για πολύ μεγάλο διάστημα οι ανθρώπινες κοινωνίες πίστευαν ότι τους νόμους και τους θεσμούς τους δεν τους είχαν δημιουργήσει οι ίδιες. Αλλά τότε ποιος; Οι θεοί, ο Θεός, οι πρόγονοι. Σε τέτοιες συνθήκες αυτοί οι νόμοι και οι θεσμοί προφανώς θεωρούνται ιεροί. Αδύνατον να τους αμφισβητήσει κανείς. Πώς είναι δυνατόν να πω ότι ο νόμος που τον έχει δώσει ο Θεός (αν ο Θεός είναι η πηγή κάθε δικαίου) είναι άδικος;
Σε μιαν τέτοια κοινωνία, που θα την αποκαλέσουμε ετερόνομη -επειδή είναι υπόδουλη στους δικούς της θεσμούς-, τα ίδια τα άτομα είναι ετερόνομα. Δεν μπορούν να σκεφτούν μόνα τους, εκτός από τελείως τετριμμένα και δευτερεύοντα θέματα. Δεν μπορούν να ελέγξουν κριτικά τη συμπεριφορά τους. Δεν μπορούν να κρίνουν τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι δίκαιο και τι άδικο, τι είναι αληθές και τι ψευδές. Αυτή ήταν η μοίρα της κοινωνίας επί χιλιετίες.
Κάποια στιγμή όμως έγινε μια ιστορική ρήξη, η οποία άλλαξε την κατάσταση των πραγμάτων. Η ρήξη αυτή παρατηρείται για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελλάδα (στις πόλεις που δημιούργησαν τη δημοκρατία και τη φιλοσοφία) και μετά, αφού μεσολάβησαν είκοσι αιώνες έκλειψης, ξαναξεκίνησε για δεύτερη φορά στη Δυτική Ευρώπη (με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό, το μεγάλο δημοκρατικό κίνημα χειραφέτησης, το εργατικό κίνημα κ.λπ.). Αυτά τα κινήματα -με το πρόταγμα της αυτονομίας- δημιούργησαν τις κάποιες ελευθερίες που διαθέτει η κοινωνία, στην οποία ζούμε. Όμως το πρόταγμα της αυτονομίας, το οποίο έφθασε στο κορύφωμα του ανάμεσα στο 1750 και το 1950, επί του παρόντος μοιάζει να είναι εξουδετερωμένο. Σήμερα ζούμε σε μια κοινωνία, στην οποία η απά-θεΐα, ο κυνισμός και η ανευθυνότητα ολοένα επεκτείνονται. Το κίνημα της αυτονομίας πρέπει να ξαναξεκι-νησει και να προσπαθήσει να εγκαθιδρύσει μιαν αληθινή δημοκρατία. Μια δημοκρατία όπου όλοι θα συμμετέ-χουν στη ρύθμιση και τον καθορισμό των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Και αυτό είναι το μόνο πολιτικό πρόταγμα, για το οποίο αξίζει τον κόπο να εργαστούμε και να αγωνιστούμε.
* Τέσσερεις λέξεις: Φαντασία, Φαντασιακό, Δημιουργία, Αυτονομία. Τέσσερεις έννοιες-κλειδιά στο έργο του Κορνηλίου Καστοριάδη. Αυτές τις τέσσερεις λέξεις τις (παρουσίασε» ο ίδιος στη γαλλική τηλεόραση -στην καθημερινή εκπομπή Inventer Domain του δημοσίου και με εκπαιδευτικό χαρακτήρα σταθμού La Cinquicnic-, σε τέσσερεις συνεχείς ημέρες (2,3,4,5.12.1996). Τέσσερεις λέξεις, τέσσερεις εκπομπές διάρκειας τεσσάρων λεπτών κάθε μία κάθε εκπομπή για μία λέξη. Αυτό εδώ το κείμενο είναι η μετάφραση, με ελάχιστες συντομεύσεις, των τεσσάρων εκπομπών.
(αλιεύτηκε στο ιντιμίντια το Μάρτη του 2008)
wiaz.gif

Η αρχαία Ελλάδα δεν είναι πρότυπο, ούτε μοντέλο προς μίμηση, όπως άλλωστε δεν μπορεί να είναι κανένα ιστορικό έργο σε οποιονδήποτε τομέα. Θεωρώ, όμως, ότι πρέπει να λειτουργήσει για μας σαν γονιμοποιημένο σπέρμα, δεδομένου ότι μας επιτρέπει να δούμε εν γενέσει τους πληθώρα στοιχείων πάντοτε επίκαιρων – μπορεί και πρέπει να είναι για μας κέντρισμα, έμπνευση και πηγή ιδεών.”
Το βιβλίο μπορούμε να πούμε ότι είναι χωρισμένο σε δυο μέρη. Το πρώτο είναι μια διάλεξη που έδωσε ο Κ.Καστοριάδης και το δεύτερο μέρος αφορά την συζήτηση που ακολούθησε.
Ο Κ.Καστοριάδης αναφέρεται σε 8 βασικά σημεία στην διάλεξη αυτή.
1.Η αρχαία ελλάδα: σπέρμα και όχι πρότυπο.
Μιλάει για την πρωτοτυπία της αρχαίας Ελλάδας ως προς την δημιουργίας πολιτικής κοινότητας-αυτόνομης και τονίζει ότι η αρχαία Ελλάδα θα πρέπει να είναι πηγή άντλησης ιδεών και όχι πρότυπο.Ορισμένα στοιχεία επανεμφανίστηκαν πολύ αργότερα στην Δυτική Ευρώπη κατά τον μεσαίωνα
2.Η αρχή της αμφισβήτησης.
Ο Κ.Καστοριάδης θέτει σαν ένα από τα βασικά στοιχεία της αρχαίας Ελλάδας την αμφισβήτηση της παράδοσης.Ένα στοιχείο που παρατηρείτε στην αρχαία Ελλάδα αλλά και στην Δυτική Ευρώπη. Επίσης θεωρεί την πάλη των τάξεων ως αντίσταση μια τάξης στην καταπίεση από μια άλλη αποτελεί εξαίρεση στην ανθρώπινη ιστορία. Αυτό που παρατηρείτε τις περισσότερες φορές είτε είναι μια ατομική αντίδραση είτε απέχει από την αλλαγή της κοινωνικής θέσμισης της κοινωνίας.
3.Η ιστορία σαν δημιουργία.Αδυναμία των αιτιακών εξηγήσεων.
Εδώ πέρα απαντάει γιατί η δημοκρατία της αρχαίας Ελλάδας δεν είναι αποτέλεσμα της γεωγραφίας, της δουλείας ή της οπλιτικής φάλαγγας.Δηλαδή γιατί δεν ήταν αναπόφευκτη. Επίσης τονίζει μια σημαντική διαφορά των ελληνικών αποικιών να δημιουργεί η κάθε μια τους δικούς της νόμους σε αντίθεση με όλες τις άλλες περιπτώσεις.
4.Η ελληνική σύλληψη του κόσμου:Κεντρικές φαντασιακές σημασίες
Οι βασικές φαντασιακές σημασίες είναι
  1. Το μέτρο δεν είναι δεδομένο αλλά σκοπός
  2. Ο κόσμος προέρχεται από το Χάος-τίποτα
  3. Δεν υπάρχει κάποια εξωκοσμική δύναμη που να ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους
  4. Η μεταθάνατο ζωή δεν υπάρχει ή αν υπάρχει δεν είναι καλύτερη από την τωρινή
5.Εσωτερική σχέση δημοκρατίας και φιλοσοφίας.
Βασικό στοιχείο της αρχαίας Ελλάδας ήταν η αμφισβήτηση. Η αμφισβήτηση των αξιών της κοινωνίας που αποτελεί κοινή ρίζα της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας μιας και αυτόματα συνεπάγεται φιλοσοφικά αλλά και πολιτικά ερωτήματα. Aυτή μάλιστα δεν περιορίζεται σε κάποιο ιερατείο αλλά συναντιέται σε όλο τον πληθυσμό.
6.Αυτοθέσμιση
Χαρακτηριστικό της αρχαίας δημοκρατικής πόλης είναι η αυτοθέσμιση που δεν περιορίζεται χρονικά αλλά αποτελεί στοιχείο που συναντιέται διαρκώς.
7.Δήμος
Ο δήμος είναι το κέντρο των πάντων στην αρχαία ελληνική δημοκρατία. Τίθονται τα ερωτήματα ποιος είναι ο δήμος(Το πολιτικό σώμα) και ποιος είναι ο τρόπος που ασκεί εξουσία ο δήμος;
Ιδιαίτερα για το δεύτερο ερώτημα ο Θουκυδίδης χαρακτηρίζει ελεύθερη μια πόλη όταν είναι αυτόνομη, αυτόδικη, και αυτοτελής. Ιδιαίτερα για την αυτοτέλεια που σημαίνει αυτοκυβέρνηση της πόλης είναι σημαντικό να διαχωριστεί από τον διαχωρισμό των σημερινών κρατικών εξουσιών που κάνουν οι σύγχρονοι νομικοί φιλόσοφοι.(νομοθετική,δικαστική, εκτελεστική) Υπάρχει δηλαδή μια άλλη εξουσία η κυβερνητική που δεν μπορεί να ενταχθεί σε καμιά από τις παραπάνω τρεις κατηγορίες.
8 Σύγκριση με την νεότερη αντίληψη.
Συγκρίνοντας την αρχαία ελληνική δημοκρατία με την νεότερη αντίληψη για δημοκρατία παρατηρούμε τα εξής σημαντικά σημεία:
  • Απουσία έννοιας αντιπροσώπευσης.
  • Η ιδέα της δημοκρατίας δεν ταυτίζεται με τις εκλογές. Βέβαια σε όσες περιπτώσεις χρειάζεται κάποια εξειδικευμένη γνώση θεωρείτε αυτονόητο ότι αυτόν που θα καταναλώσει το αποτέλεσμα θα ψηφίσει για να αποφασίσει ποιος θα είναι κατάλληλος αλλά και ταυτόχρονα είναι και ανακλητός.
  • Επίσης η σημερινή έννοια του κράτους δεν μπορεί να ταυτιστεί με την αρχαία ελληνική πόλη. Το κράτος πέρα του ότι προϋποθέτει έναν διαχωρισμό μεταξύ κοινωνίας και του κρατικού μηχανισμού σημαίνει και έναν εδαφικό χώρο σε αντίθεση με την αρχαία Ελλάδας που στην ουσία η αναφορά αφορούσε τους πολίτες.(Αθηναίους,Κορίνθιους κτλ)

——————————————————————–
Πηγή: pontosandaristera.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου